ΌΤΑΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΠΑΡΑΤΟΥΝ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ
Του Χρήστου Πεχλιβάνη
~ Πρελούδιο ~
Ήταν κάποτε ένας γέρος που του άρεσε να κάθεται κάθε πρωί σε ένα παγκάκι στην αρχή ενός δάσους και να απολαμβάνει την ηρεμία της φύσης. Ένα πρωί μια παρέα νέων, γεμάτοι ζωντάνια και ενθουσιασμό σταμάτησαν και τον ρώτησαν:
«Από που πάμε στους καταρράκτες μάστορα; Θέλουμε να κολυμπήσουμε στη μεγάλη γαλάζια λίμνη..»
«Αν πάτε όλο ευθεία είναι πιο κοντά. Προτιμήστε όμως να πάρετε το μονοπάτι στα αριστερά που ακολουθεί το ρυάκι. Αν και πιο μακρύ και δύσβατο, μέσα από αυτό θα απολαύσετε όλη την ομορφιά του δάσους και το μπάνιο στους καταρράκτες θα είναι ακόμη πιο αναζωογονητικό.» τους απάντησε.
Οι νέοι αφού τον ευχαρίστησαν προχώρησαν. Έφτασαν στην αρχή του μονοπατιού, πλατσούρισαν λίγο στο ρυάκι, ήπιαν τις λεμονάδες τους και επέστρεψαν. Αποχαιρέτησαν τον γέρο, πήραν τα ποδήλατά τους και έφυγαν.
Την άλλη μέρα επέστρεψαν, ρώτησαν ξανά τον γέρο για τους μεγάλους καταρράκτες, πήγαν μέχρι το ρυάκι, έπαιξαν λίγο, ήπιαν τις λεμονάδες τους και έφυγαν. Αυτό επαναλαμβανόταν για πολλές, πολλές ημέρες. Κάποια στιγμή ο γέρος τους ρώτησε:
« Μα παιδιά μου, γιατί πηγαινοέρχεστε, με ρωτάτε για τους καταρράκτες και κάθε φορά πάτε μέχρι το ρυάκι και φεύγετε;”
Τότε ένας από τους νεαρούς του απάντησε:
«Δεν ξέρουμε. Κάθε φορά είναι τόσο έντονη η επιθυμία μας να πάμε και τα λόγια σου τόσο πειστικά, μα όταν βλέπουμε πόσο μακρύ και δύσκολο είναι το μονοπάτι το μετανιώνουμε. Ίσως κάποια μέρα να προχωρήσουμε, αλλά δεν είμαστε σίγουροι.. Μπορεί να πάμε, μπορεί και όχι..»
~ Θέμα και παραλλαγές ~
Πρόσφατα ο πατέρας μιας δωδεκάχρονης μαθήτριάς μου στο πιάνο, μου ανακοίνωσε ότι η μικρή θα διακόψει τα μαθήματα. Δεν εξασκείται καθόλου και δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για να προχωρήσει στο πιάνο, γι’ αυτό και δεν έχει νόημα να συνεχίσει μου είπε. Να αναφέρω ότι η χρονιά ήταν ήδη διαφοροποιημένη στο πρόγραμμα και την ύλη ώστε να κρατάει το ενδιαφέρον του κοριτσιού ζωντανό, αφού η απόδοσή της την προηγούμενη χρονιά δεν ήταν ικανοποιητική και αποφασίσαμε από κοινού να αλλάξουμε την ύλη για να γίνει πιο «ενδιαφέρουσα» γι’ αυτήν. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι το πρόγραμμα που ακολουθούσαμε φέτος ήταν σχεδόν ελεύθερο και προσαρμοσμένο στις ανάγκες και τα μουσικά γούστα της μαθήτριας. Παρόλα αυτά όμως δεν καταφέραμε να σταματήσουμε την κατρακύλα, που οδήγησε τελικά στην τελειωτική παραίτηση του παιδιού από το πιάνο.
Τι πήγε λάθος; Μήπως ήταν η ύλη; Μήπως ήταν ο δικός μου τρόπος διδασκαλίας; Ήμουν άραγε εγώ ο υπαίτιος που «σκότωσε» το ενδιαφέρον του παιδιού για τη μουσική; Πολλά ερωτήματα με κατάκλυσαν καθώς και στεναχώρια, όπως κάθε φορά που κάποιος μαθητής τα παρατάει. Η στεναχώρια και οι προβληματισμοί μου ευτυχώς δεν κράτησαν για πολύ. Μου ήρθε στο μυαλό κάτι το οποίο έσβησε κάθε αμφιβολία, απάντησε στα πιο πολλά ερωτήματά μου και μου υπενθύμισε κάποιες συνειδητοποιήσεις που είχα στο κοντινό παρελθόν.
Μου ήρθε λοιπόν ξαφνικά, σχεδόν ενορατικά, στο μυαλό μια μικρή, απλή ιστορία με έναν εστιάτορα και τον πελάτη του, με το καταληκτικό δίδαγμα πως κανένας δεν μπορεί να πείσει κάποιον άλλο να φάει, αν αυτός δεν πεινάει! Ναι! Αυτό είναι! Το ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική είπα! Δεν μπορούμε να διδάξουμε κανένα παιδί ή ενήλικα που δεν νιώθει την ανάγκη να παίξει,να ακούσει και να μάθει μουσική! Μέσα από τη φανταστική ιστορία με τον εστιάτορα και τον πελάτη του, κατάφερα να βγάλω άκρη για το συμβαίνει με τους μαθητές που τα παρατούν.
Ο εστιάτορας λοιπόν στην ιστορία δεν καταφέρνει να κάνει τον πελάτη που δεν πεινά, να φάει. Θα μου πείτε μα υπάρχει και η περίπτωση ο πεινασμένος πελάτης να μην θέλει να φάει το φαί γιατί μπορεί απλά να μην του αρέσει το συγκεκριμένο πιάτο ή απλά να είναι κακομαγειρεμένο. Μα σαν καλός και ευσυνείδητος που είναι, ο εστιάτορας ρώτησε τον πελάτη τι του αρέσει να τρώει και αυτός του το περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια.
Φέρνει λοιπόν στο πιάτο μπροστά του το αγαπημένο του φαγητό και αυτός συνεχίζει να αρνείται να το φάει. Δοκιμάζει μερικές μπουκιές αλλά μέχρι εκεί. Ζητά τον λογαριασμό και φεύγει. Ο εστιάτορας πείθεται ότι το φαγητό δεν πρέπει να ήταν καλομαγειρεμένο και είναι σχεδόν σίγουρος πως δεν θα ξαναδεί τον πελάτη αυτό.
Την άλλη εβδομάδα, την ίδια ώρα να τος. Χαιρετάει τον εστιάτορα, γελαστός και ευδιάθετος και κάθεται στο ίδιο τραπέζι και παραγγέλνει το ίδιο ακριβώς πιάτο, λέγοντάς του ότι την περασμένη φορά το φαγητό ήταν εξαιρετικό. Του φέρνει λοιπόν το ίδιο πιάτο, τρώει μερικές μπουκιές, πληρώνει και φεύγει. Αυτό επαναλαμβάνεται για μέρες, μήνες, χρόνια. Κατά καιρούς αλλάζει την παραγγελία του αλλά ποτέ δεν καταφέρνει να φάει περισσότερες από μερικές μπουκιές!
Που θέλουν τώρα να καταλήξουν οι δύο ιστορίες που διηγήθηκα, αυτή με τους νέους που αναζητούσαν τους καταρράκτες και αυτή με τον εστιάτορα;
Για χρόνια, δεν καταλάβαινα γιατί, ενώ προσπαθούσα τόσο πολύ να επηρεάσω θετικά και να κάνω κάποιους μαθητές να αγαπήσουν τη μουσική, αυτοί, ενώ ενθουσιάζονταν και έφευγαν από το μάθημα σε πνευματική διαστολή, εντούτοις, έρχονταν στο επόμενο μάθημα σαν να και το προηγούμενο «διασταλτικό» μάθημα δεν υπήρξε. Και πάλι εγώ να προσπαθώ να τους ξαναξυπνήσω το ενδιαφέρον και τον ενθουσιασμό για τη μουσική.. Νέο ρεπερτόριο, νέες αρμονίες, αυτοσχεδιασμοί, μουσικά παιχνίδια, κτλ.. Το αποτέλεσμα ήταν να αισθάνομαι εξουθενωμένος και οι μαθητές αυτοί να επιζητούν το ίδιο αόριστο πράγμα για μήνες, μέχρι που μια μέρα τα παρατούν και δεν ασχολούνται ποτέ ξανά με τη μουσική αφήνοντάς με απορημένο και χαμένο.
Η απάντηση ήταν μπροστά στα μάτια μου. Δεν ήθελα όμως να την δω, αντιστεκόμουν φαίνεται να την αντικρίσω. Από τους μαθητές αυτούς λοιπόν, απουσιάζει η αυθεντική ανάγκη να νιώσουν τη μουσική. Επιθυμούν την εικόνα του μουσικού αλλά δεν έχουν τη θέληση, την πρόθεση, το θάρρος και τη δύναμη να κάνουν πραγματικότητα αυτή την εικόνα. Είναι τόσο θολή, που μόνο με τον επιφανειακό ενθουσιασμό τους της δίνουν προσωρινά λίγη ζωή. Όμως αυτή ξεθωριάζει λίγες ώρες μετά το μάθημα.
Κατέληξα στο συμπέρασμα μετά από χρόνια διδακτικής εμπειρίας και μελέτης των αρχών και της διαδικασίας της φυσικής μάθησης, ότι σαν δάσκαλοι δεν μπορούμε ποτέ να διδάξουμε όταν το αντικείμενο που διδάσκουμε δεν ενδιαφέρει σε βάθος τον σπουδαστή. Στην περίπτωσή μας, αν ο σπουδαστής δεν έχει τη βαθιά ανάγκη να παίξει και να αισθανθεί τη μουσική, τα μαθήματα καταντούν να είναι ανακάτεμα της κατσαρόλας χωρίς φωτιά από κάτω.
Και τι σημαίνει διδάσκω; Κατακρίβεια, τίποτα δεν διδάσκεται. Ο ρόλος μας σαν παιδαγωγοί, είναι απλά καθοδηγητικός, συμβουλευτικός και στην ουσία αυτό που κάνουμε είναι να δείχνουμε στους ενδιαφερόμενους τα σωστά μονοπάτια και τα συντόμια, για να φτάσουν στον προορισμό τους.
Η μουσική δεν μπορεί να διδακτεί από κανέναν προς κάποιον άλλο. Ο ενδιαφερόμενος μέσα από τη διαδικασία και τις αρχές της φυσικής μάθησης, θα βρει τον δρόμο του. Οι γνώσεις και οι τεχνικές θα συμβούν, θα εμφανιστούν αβίαστα μέσα από την διαδικασία, είτε έχεις δάσκαλο είτε όχι. Το ρεπερτόριο, οι μέθοδοι και τα ιδιώματα δεν έχουν σημασία. Ο καθένας διαλέγει, ανάλογα με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντά του αυτά που τον εκφράζουν και βρίσκει τους τρόπους να ανταπεξέλθει. Ζωντανό παράδειγμα αυτοκατευθυνόμενης μάθησης, σε άλλο πλαίσιο, ο γιος μου που ήθελε να μάθει παθιασμένα για τους δεινόσαυρους. Βρήκε, μελέτησε, έψαξε και ανακάλυψε ώσπου απόκτησε τόσες γνώσεις για το αντικείμενο που μας άφησε άναυδους!
~ Coda ~
Τίποτα τελικά δεν μαθαίνεται με το ζόρι και τα καλοπιάσματα. Η αγάπη, το πάθος και η ανάγκη για αυτό που μελετάς σε κάνει σταθερά να προοδεύεις. Η αυτοκατευθυνόμενη μάθηση είναι ο μόνος δρόμος που οδηγεί στην αυθεντικότητα και την ποιότητα της γνώσης και της τέχνης. Συνεπώς, η φυσική ανάγκη για μάθηση δεν πρέπει να μπλοκάρεται, να καταστέλλεται ή να επιβάλλεται στα παιδιά ή σε όποιον εμπλέκεται με τον τομέα της μάθησης. Ο καλός και σωστός παιδαγωγός- εκπαιδευτικός είναι αυτός που δεν θα στέκεται εμπόδιο στις μαθησιακές ανάγκες του σπουδαστή. Οι άνθρωποι πρέπει να έχουν το δικαίωμα να διαλέγουν αυτό που τους «μιλάει» στο σώμα και την ψυχή και να απορρίπτουν αυτό που τους κάνει να βαριούνται. Η Ζωή είναι απλή αν την αφήνουμε να ρέει αβίαστα. Το ίδιο και η Μουσική.